Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Ποια ανάπτυξη χρειαζόμαστε;


Μπορεί το 2013 να ήταν η χρονιά του πρωτογενούς πλεονάσματος και το 2014 να χαρακτηρίζεται ως η χρονιά της εξόδου από την κρίση. Είναι όμως πραγματικά η έξοδος από την κρίση το μέλλον που προδιαγράφεται; Με το χρέος να παραμένει σε δυσθεώρητα επίπεδα, την ανεργία να σημειώνει ρεκόρ κάθε μήνα (αν και ο ρυθμός αύξησής της επιβραδύνεται σημαντικά) και τα εισοδήματα να συρρικνώνονται περαιτέρω, πώς μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι η ελληνική οικονομία πέρασε τον δύσκολο «κάβο» και τα καλύτερα είναι μπροστά...;

Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, η κατάσταση δεν είναι τελείως «μαύρη». Όπως προαναφέρθηκε, ο ρυθμός αύξησης της ανεργίας μειώνεται και οι προσλήψεις που καταγράφονται είναι περισσότερες από τις απολύσεις. Ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ μπορεί να είναι κοντά στο 0% αλλά για πρώτη φορά μετά από 6 συνεχόμενα χρόνια δεν είναι αρνητικός. Επίσης, θετικά μηνύματα λαμβάνονται από το μεγαλύτερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας μας, τον τουρισμό και μάλιστα για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.

Όλα όμως τα παραπάνω αποτελούν σημάδια εξόδου από την κρίση, αλλά δεν σημαίνουν και την περίφημη ανάπτυξη, που θέλει να επικοινωνεί η κυβέρνηση ότι έρχεται. Δυστυχώς, το 2014 μπορεί να είναι η χρονιά όπου τελειώνουν τα μνημόνια, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία και κοινωνία πέρασαν τα δύσκολα. Πολλά από τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας παραμένουν και δεν πρόκειται να λυθούν τουλάχιστον άμεσα. Διαμορφώνεται συνεπώς ένα κλίμα αβεβαιότητας για το ποια θα είναι η επόμενη μέρα.

Οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά εργασίας δίνουν ένα δείγμα: χαμηλοί μισθοί, εύκολες απολύσεις, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και κυρίως μαύρη και ανασφάλιστη εργασία. Δυστυχώς, το μέλλον δε δείχνει ευνοϊκό, ακόμα κι αν κάποιος θεωρήσει ότι η ανεργία θα αρχίσει να μειώνεται και αρχίζουν να δημιουργούνται θέσεις εργασίας. Αυτές οι θέσεις θα απευθύνονται σε πάρα πολλούς και –ανεξαρτήτως προσόντων- θα πληρώνουν πολύ λίγα χρήματα. Μάλιστα, με βάση τη νομοθεσία (όπως αυτή διαμορφώθηκε από το 2010), κάθε νεοπροσλαμβανόμενος είναι «καταδικασμένος» να αμείβεται με αυτά τα λίγα χρήματα για μια ζωή (!). Με άλλα λόγια, είναι καταδικασμένος στη φτώχεια...

Για να βελτιωθούν οι προοπτικές, οι νέες (εννοείται και οι ήδη υπάρχουσες) επιχειρήσεις πρέπει να είναι κερδοφόρες. Η «αλυσίδα» όμως υπαγορεύει ότι το κέρδος θα έρθει από την κατανάλωση. Κι εφόσον η εγχώρια κατανάλωση είναι ανύπαρκτη, τη λύση στο γόρδιο δεσμό θα την δώσουν οι εξαγωγές.

Εδώ όμως η εξίσωση δυσκολεύει. Διαχρονικά, καμία κυβέρνηση δεν έδειξε να διαθέτει (πόσο μάλλον να εφαρμόζει) ένα οργανωμένο αναπτυξιακό σχέδιο. Η παραγωγή βασίστηκε σε αποσπασματικά και πρόχειρα μέτρα και πολιτικές. Γι’ αυτό και το παραγωγικό μας μοντέλο δεν αποδείχθηκε βιώσιμο.

Η δημιουργία συνεπώς ενός εξωστρεφούς παραγωγικού μοντέλου μπορεί να δώσει τη λύση. Και η εξωστρέφεια δεν επιτυγχάνεται με τη μείωση των αμοιβών με σκοπό τη μείωση του κόστους παραγωγής. Η εξωστρέφεια είναι απόρροια δυναμικών και αποφασιστικών μεταρρυθμίσεων, που θα μειώνουν το μη μισθολογικά κόστη και θα προωθούν ποιοτικά και καινοτόμα προϊόντα στις ξένες αγορές. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η ελληνική οικονομία θα καταλήξει με μαθηματικά ακρίβεια στην κατάσταση των περισσότερων βαλκανικών οικονομιών: χαμηλοί μισθοί, χαμηλή παραγωγικότητα, μηδενική ανταγωνιστικότητα. Και ο συνδυασμός αυτός σημαίνει φτώχεια και υπανάπτυξη.

Η επόμενη μέρα της κρίσης δεν θα πρέπει να στηρίζεται απλώς στη δημιουργία θέσεων εργασίας, αγνοώντας την ποιότητά τους. Είναι απαραίτητη η δημιουργία θέσεων εργασίας, οι οποίες θα είναι βιώσιμες ακριβώς επειδή θα είναι βιώσιμη η επιχείρηση στην οποία υπάγονται και όχι επειδή θα εξασφαλίζει το κράτος με δημόσιο χρήμα την ύπαρξή τους. Ο ιδιωτικός τομέας οφείλει να πετάξει τον κρατικοδίαιτο μανδύα που φορούσε επί δεκαετίες. Οφείλει να γίνει εξωστρεφής, να ρισκάρει την σύγκρουση με ξένες αγορές και εν τέλει να «πατήσει» πάνω στα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει και να πετύχει.

Οι «ποιοτικές» θέσεις εργασίας θα υπάρξουν μόνο όταν οι αμοιβές ανέλθουν σε επίπεδα που θα εξασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση και ταυτόχρονα θα ανταποκρίνονται στην πραγματική παραγωγικότητα των εργαζομένων. Μόνο τότε θα είναι βιώσιμες. Και όλα αυτά έρχονται με σχέδιο, το οποίο θα τηρείται πιστά, ανεξάρτητα από το ποιος κατέχει την εξουσία.

 

Ο Αλέξανδρος Καρακίτσιος είναι υποψήφιος διδάκτωρ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου